Είναι το μέγα ερώτημα των κινηματογραφόφιλων σήμερα: υπάρχουν ακόμη ιδέες που έχουν μείνει αναξιοποίητες; Γιατί η επικρατέστερη άποψη είναι πως, δεκαετίες τώρα, παρακολουθούμε παραλλαγές πάνω στα ίδια θέματα. “Κανόνας” που μπορεί να εφαρμοστεί ακόμη και σε ταινίες που ξεχώρισαν για την πρωτοτυπία τους: Ο “Truman Show” του Πίτερ Γουίερ, για παράδειγμα, άνετα θα μπορούσε να θεωρηθεί συγγενής της... 27 χρόνια μεγαλύτερης “Μεγάλης ληστείας της Νέας Υόρκης” του Σίντνεϊ Λιούμετ – και πάει λέγοντας.
Κατά πολλούς, η πρωτοτυπία στον αμερικανικό κινηματογράφο πέθανε την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του Jaws του Σπίλμπεργκ, το 1975. Ως άποψη, στέκει: την περίοδο που σκηνοθέτες σαν τους Μάρτιν Σκορσέζε, Τζον Κασσαβέτης, Μάικλ Τσιμίνο και πολλοί άλλοι προσπαθούσαν να επανεφεύρουν την κινηματογραφική γλώσσα, ο Σπίλμπεργκ πήρε την φόρμουλα των b-movies (που τότε ήταν αυτο-εξορισμένα στα drive-in και στις συνοικιακές κακόφημες αίθουσες) και την ενδυνάμωσε με έναν παχυλό προϋπολογισμό και μια αδιαμφισβήτητη φιλμογραφική επιδεξιότητα. Η εμπορική επιτυχία της ταινίας ήταν τέτοια, που τα στούντιο έπαψαν, σταδιακά, να αναζητούν τις νέες φωνές που θα μπορούσαν να γεμίσουν τις αίθουσες, κάνοντας αυτό που ξέρουν καλύτερα: να επενδύουν στις δοκιμασμένες συνταγές που εξασφαλίζουν πολύ και – το κυριότερο – γρήγορο χρήμα.
Και ένα remake διαθέτει μεγάλο οικονομικό προτέρημα: Δεδομένου ότι η ταινία είναι, εξ ονόματος, αναγνωρίσιμη πριν καν κυκλοφορήσει στις αίθουσες, μια μερίδα του ακροατηρίου θα ενδιαφερθεί να δει το τελικό αποτέλεσμα, ακόμη κι αν σύσσωμη η κριτική ρίξει την ταινία στον Καιάδα. Αφήστε δε που μερικές φορές είναι και διασκεδαστικό να συγκρίνεις τις δυο εκδοχές. Remake όμως θα πει “ξαναφτιάχνω”. Όχι επιδιορθώνω, αλλά αναδημιουργώ κάτι με στόχο να φτάσω στο ίδιο αποτέλεσμα και, φυσικά, να το “ξεπεράσω”, ότι κι αν σημαίνει αυτό. Επίσης, δεν είναι κάτι που μας προέκυψε πρόσφατα – αποτελεί παμπάλαια τακτική στον κινηματογράφο. Το Για Μια Χούφτα Δολάρια για παράδειγμα, αποτελεί remake του Γιοζίμπο, του Ακίρα Κουροσάβα. Μόνο που ο πατέρας του σπαγγέτι γουέστερν, Σέρτζιο Λεόνε ήταν αρκετά μάγκας ώστε να κρατήσει τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία του πρώτου φιλμ και να τα επαναπροσδιορίσει, μεταφέροντας το στόρι από την Φεουδαρχική Ιαπωνία στις αχανείς εκτάσεις της Άγριας Δύσης, δημιουργώντας ένα – επιπλέον – αριστούργημα. Άλλο όμως τα remakes των δημιουργών, κι άλλο αυτά των στούντιο. Αυτά, τα τελευταία, είναι εξευγενισμένα. Ομογενοποιημένα και χωρίς βαριά υλικά για τα στομαχάκια των αμερικανών, που χωνεύουν ανετότατα τη βία, όχι όμως το σεξ και την προσβολή των ηθών τους, με τα αγκαθάκια τους κομμένα και τα χρώματα τους φωτεινά και ανανεωμένα. Το ότι πολλά απο τα πρωτότυπα φιλμ έγιναν επιτυχίες χάρη στην αντισυμβατικότητά τους δεν έχει καμία απολύτως σημασία – σημασία έχει μόνο να μπει ο θεατής στην αίθουσα! Οι εξαιρέσεις ελάχιστες – μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού (κι αν σας λείπουν μερικά, πάλι μέσα είσαστε). Όχι τυχαία, αρκετές προέρχονται από τον χώρο του Φανταστικού – ίσως επειδή διαθέτουν και τους πιο φανατικούς οπαδούς που μπορεί να δουν και το τελευταίο σίκουελ ή remake της αγαπημένης της ταινίας (ακόμη κι αν όλα, συμπεριλαμβανομένου μερικές φορές και του πρωτότυπου, είναι για τα σκουπίδια). Αυτά, λένε, μας περιμένουν του χρόνου.
Και ένα remake διαθέτει μεγάλο οικονομικό προτέρημα: Δεδομένου ότι η ταινία είναι, εξ ονόματος, αναγνωρίσιμη πριν καν κυκλοφορήσει στις αίθουσες, μια μερίδα του ακροατηρίου θα ενδιαφερθεί να δει το τελικό αποτέλεσμα, ακόμη κι αν σύσσωμη η κριτική ρίξει την ταινία στον Καιάδα. Αφήστε δε που μερικές φορές είναι και διασκεδαστικό να συγκρίνεις τις δυο εκδοχές. Remake όμως θα πει “ξαναφτιάχνω”. Όχι επιδιορθώνω, αλλά αναδημιουργώ κάτι με στόχο να φτάσω στο ίδιο αποτέλεσμα και, φυσικά, να το “ξεπεράσω”, ότι κι αν σημαίνει αυτό. Επίσης, δεν είναι κάτι που μας προέκυψε πρόσφατα – αποτελεί παμπάλαια τακτική στον κινηματογράφο. Το Για Μια Χούφτα Δολάρια για παράδειγμα, αποτελεί remake του Γιοζίμπο, του Ακίρα Κουροσάβα. Μόνο που ο πατέρας του σπαγγέτι γουέστερν, Σέρτζιο Λεόνε ήταν αρκετά μάγκας ώστε να κρατήσει τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία του πρώτου φιλμ και να τα επαναπροσδιορίσει, μεταφέροντας το στόρι από την Φεουδαρχική Ιαπωνία στις αχανείς εκτάσεις της Άγριας Δύσης, δημιουργώντας ένα – επιπλέον – αριστούργημα. Άλλο όμως τα remakes των δημιουργών, κι άλλο αυτά των στούντιο. Αυτά, τα τελευταία, είναι εξευγενισμένα. Ομογενοποιημένα και χωρίς βαριά υλικά για τα στομαχάκια των αμερικανών, που χωνεύουν ανετότατα τη βία, όχι όμως το σεξ και την προσβολή των ηθών τους, με τα αγκαθάκια τους κομμένα και τα χρώματα τους φωτεινά και ανανεωμένα. Το ότι πολλά απο τα πρωτότυπα φιλμ έγιναν επιτυχίες χάρη στην αντισυμβατικότητά τους δεν έχει καμία απολύτως σημασία – σημασία έχει μόνο να μπει ο θεατής στην αίθουσα! Οι εξαιρέσεις ελάχιστες – μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού (κι αν σας λείπουν μερικά, πάλι μέσα είσαστε). Όχι τυχαία, αρκετές προέρχονται από τον χώρο του Φανταστικού – ίσως επειδή διαθέτουν και τους πιο φανατικούς οπαδούς που μπορεί να δουν και το τελευταίο σίκουελ ή remake της αγαπημένης της ταινίας (ακόμη κι αν όλα, συμπεριλαμβανομένου μερικές φορές και του πρωτότυπου, είναι για τα σκουπίδια). Αυτά, λένε, μας περιμένουν του χρόνου.
Footloose
Τότε: Έτος 1984. Ο Κέβιν Μπέικον γινόταν σταρ σε μια νύχτα (ή έτσι νομίζαμε τότε), ενσαρκώνοντας νεαρό που το ρίχνει στο χορό φέρνοντας τα πάνω-κάτω σε συντηρητική επαρχιακή πόλη.
Τώρα: Κανείς στο Hollywood δεν έχει πάρει μυρωδιά ότι τα 80s ΔΕΝ είναι πλέον στη μόδα. Στο remake που γυρίζεται, πρωταγωνιστεί ο Ζακ Έφρον, πολύ συμπαθής στην αμερικανική πιτσιρικαρία. Το τραγουδάκι το θυμόσαστε;
Οι Ζωές Των Άλλων
Τότε: Έτος 2007. Ο σπουδαίος αυστριακός ηθοποιός Ούλριχ Μιούε δίνει την τελευταία ερμηνεία της ζωής του ως πράκτορας της Στάζι με χρυσή καρδιά, και το Χόλιγουντ υποκλίνεται με Όσκαρ καλύτερης Ξένης Ταινίας.
Τώρα: Η εταιρία των αδελφών Γουάινσταϊν αγόρασε αμέσως τα δικαιώματα. Οι Αμερικάνοι λατρεύουν τις ταινίες που καταγράφουν τα "εγκλήματα του κομμουνισμού".
Και οι δώδεκα ήταν καθάρματα
Τότε: Έτος 1967. Οι Λι Μάρβιν, Τζον Κασσαβέτης, Τέλι Σαβάλας, Τσαρλς Μπρόνσον, Ντόναλντ Σάδερλαντ, Τρίνι Λοπέζ και άλλοι τόσοι, αναλαμβάνουν ειδική αποστολή εν καιρό Β Παγκοσμίου Πολέμου – αν και καθάρματα.
Τώρα: Η Warner, που έχει τα δικαιώματα του αυθεντικού φιλμ, μιλά για μια “εκμοντερνισμένη” βερσιόν, ενώ η βασική ιδέα του σεναρίου έχει διαρρεύσει στο διαδίκτυο: στο νέο φιλμ οι “καλοί” θα τα βάζουν με “εξτρεμιστική μουσουλμανική οργάνωση”. Πως σας φαίνεται;
Κρυμμένος
Τότε: Έτος 2007. Ο μεγαλοαστός ιντελεκτουέλ Ντανιέλ Οτέιγ ξεβολεύεται όταν αρχίζει να δέχεται βιντεοκασσέτες στο σπίτι του, που του υπενθυμίζουν παλιά ράμματα της γούνας του. Θρίλερ ενοχικό, με μια σκηνή-σοκ που ακόμη κάνει πολλούς να τρέμουν, στην ανάμνηση της και μόνο.
Τώρα: Την σκυτάλη απο τον αυστριακό Μίκαελ Χάνεκε (που πρόπερσι γύρισε ένα αμερικάνικο remake του δικού του Funny Games!) παίρνει ο Ρον Χάουαρντ!
Ιησούς Χριστός Υπέλαμπρο Άστρο
Τότε: Έτος 1973. Θα σταυρωθώ και θα πω κι ένα τραγούδι ή αλλιώς, ο Χριστός ξανασταυρώνεται σε μουσική και στίχους του Άντριου Λόιντ Βέμπερ. Τεράστια εμπορική επιτυχία – στον δίσκο τραγουδά ο Ίαν Γκίλαν των Deep Purple!
Τώρα: Μετά την σαρωτική επιτυχία του Passion Of The Christ, το θρησκευτικό blockbuster ενδέχεται να επιστρέψει σε αυτή τη μεγαλεπήβολη παραγωγή που όμως στήνεται με άκρα μυστικότητα. Ο παραγωγός Μαρκ Πλάτ είναι αυτός του Wanted με την Αντζελίνα Τζολί.
Μετά Τα Μεσάνυχτα
Τότε: Έτος 1973. Ο Ντόναλντ Σάδερλαντ και η Τζούλι Κρίστι αναζητούν το φάντασμα του νεκρού παιδιού τους σε μια σκιαχτική Βενετία αλλά η εξέλιξη της πλοκής είναι πέρα από κάθε φαντασία σε αυτό το κλασικό αριστούργημα του Νίκολας Ρεγκ.
Τώρα: Πρωταγωνιστές δεν έχουν βρεθεί ακόμη αλλά το σενάριο φέρει την υπογραφή της Αντρέα Μπέρλοφ που έγραψε τους... Δίδυμους Πύργους του Όλιβερ Στόουν! Βίσμα; Ο σεναριογράφος του πρωτότυπου φιλμ δήλωσε: “ Αν οι νέες γενιές χρειάζονται τις δικές τους εκδοχές κλασσικών αριστουργημάτων, γιατί δεν ξαναζωγραφίζουμε την Μόνα Λίζα κάθε χρόνο;”. Πρόεδρε, τα ρέστα μου.
Το Πνεύμα Του Κακού
Τότε: Έτος 1982. Μεσοαστική οικογένεια μετακομίζει σε στοιχειωμένο σπίτι που χτίστηκε πάνω σε ινδιάνικο νεκροταφείο. Ο Τομπ Χούπερ υπέγραψε την σκηνοθεσία, αλλά το χεράκι του παραγωγού Στίβεν Σπίλμπεργκ έχει κάνει, μάλλον, όλη τη δουλειά.
Τώρα: Ο σκηνοθέτης Βαντίμ Πέρλμαν (του οποίου το δραματικό Σπίτι Απο Άμμο Και Ομίχλη είχει μια καλή κριτική υποδοχή) δηλώνει πως η δική του ταινία θα στηρίζεται περισσότερο στους χαρακτήρες κα λιγότερο στα φαντάσματα. Τώρα αυτό είναι καλό;
Σουσπίρια
Τότε: Έτος 1977. Μια μικρή χορεύτρια ανακαλύπτει σέκτα μαγισσών και την ηγέτιδα τους, σε σχολή χορού στη Γερμανία και ο Ντάριο Αρτζέντο σκηνοθετεί ένα οργιαστικό παραλήρημα χρωμάτων, δυνατής μουσικής και σουρεαλιστικής βίας.
Τώρα: Η Νάταλι Πόρτμαν αναλαμβάνει τον πρώτο ρόλο ενώ σκηνοθετεί ο φαινομενικά άσχετος με το είδος Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν. Ποιός ξέρει;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου