Τα ονόματα που μεσουρανούσαν στις κινηματογραφικές οθόνες της
δεκαετίας του ’80 ήταν πολύ συγκεκριμένα. Ανάμεσα τους, ο Τσακ Νόρις, ο Τσαρλς
Μπρόνσον, ο Ζαν Κλοντ Βαν Νταμ, ο Σιλβέστερ Σταλόνε και ο Κρίστοφερ Ριφ. Όλοι
τους, δούλεψαν για τον Μεναχέμ Γκόλαν που διεύθυνε, μαζί με τον ξάδελφο του,
Γιόραμ Γκλόμπους, την Cannon,
αναμφίβολα την πιο εμβληματική κινηματογραφική «φίρμα» εκείνης της δεκαετίας. Εκεί
έκανε επίσης και το πρωταγωνιστικό της ντεμπούτο η Σάρον Στόουν («Οι θησαυροί
του Σολόμωντα», το 1985, πλάι στον Ρίτσαρντ Τσάμπερλέιν – μεγάλο εμπορικό σουξέ
στη χώρα μας).
Αυτό όμως που σπανίως αναγνωρίζεται στον Γκόλαν ήταν πως υπήρξε ο
τελευταίος παραγωγός της «παλιάς σχολής» σε μια εποχή όπου τα μεγάλα στούντιο
είχαν ήδη περάσει στην «αγκαλιά» των πολυεθνικών, μια εποχή όπου πλέον τις
αποφάσεις τις έπαιρναν επιτροπές, και όχι μονάδες.
Η Άνοδος και η Πτώση
Γεννημένος στην Τιβεριάδα το 1929, ο Γκολάν ξεκίνησε ως… στρατιώτης για να
καταλήξει στο θέατρο, και να μεταπηδήσει στη συνέχεια στον κινηματογράφο. Το
1964, η παραγωγή του, ονόματι «Sallah
Shabati», ήταν η πρώτη ισραηλινή ταινία που βρέθηκε υποψήφια για Όσκαρ
Καλύτερης Ξενόγλωσσης (κερδίζοντας την αντίστοιχη Χρυσή Σφαίρα). Στο Ισραήλ χάρισε
και την μεγαλύτερη του εμπορική επιτυχία: την πασίγνωστη νεανική – και ελαφρώς
πιπεράτη – κωμωδία «Γρανίτα από λεμόνι» και τις συνέχειες της, που φυσικά,
γνώρισαν τεράστια απήχηση και στις δικές μας αίθουσες. Τα κέρδη τον φέρνουν στη Χολιγουντιανή «Cannon» και εκεί μπαίνει
μπρος μια θεαματική «μηχανή». Μιλάμε για την πρώτη εταιρία παραγωγής που έβγαλε
στις αίθουσες ταινίες για το μπρέικ ντανς («Breakin’» το 1984), το ραπ («Rappin’» το 1985), το σάλσα («Salsa» το 1988) και το… λαμπάντα («The forbidden dance» το 1990) αντίστοιχα.
Κι όμως, ο Γκόλαν στήριξε οικονομικά και σκηνοθέτες σαν τον
Κασσαβέτη («Love streams»
του 1984), τον Γκοντάρ («Βασιλιάς Λιρ» του 1987 – το συμβόλαιο μάλιστα ήταν
απλά μια… χαρτοπετσέτα με τις υπογραφές τους, μετά από συνάντηση τους στις
Κάννες!) και τον Αντρέι Κονσταλόφσκι (το θρυλικό «Τρένο της μεγάλης φυγής» του
1985), παίρνοντας ρίσκα που κανείς άλλος παραγωγός δεν θα έπαιρνε εκείνα τα
χρόνια. Δυστυχώς οι πιέσεις της αγοράς οδηγούν την Cannon σε
περικοπές που, με τη σειρά τους, αρχίζουν να «γράφουν» στο πανί: Το φτηνιάρικο «Σούπερμαν
4» σκότωσε τις προοπτικές ενός ακόμα σίκουελ. Ο παράλληλος «θάνατος» της αγοράς
του βίντεο θα την αποτελειώσει. Η
εταιρία θα κηρύξει χρεοκοπία το 1992.
Ο Γκόλαν θα επαναπατριστεί στο Ισραήλ, δίχως όμως να ξεμπερδέψει με
τα παλιά του χρέη: Το 2010 θα συλληφθεί για παράνομη απόπειρα εξόδου από τη
χώρα και σχεδόν θα «υποχρεωθεί» να αποκαλύψει στον Τύπο την θλιβερή οικονομική του
κατάσταση. Το πρόσωπο του Γκόλαν θα γίνει έτσι ένα ακόμα σύμβολο, μία ακόμα
μαρτυρία της σκληρότητας της show business.
Τουλάχιστον πρόλαβε, λίγο πριν το τέλος όμως, να ζήσει μια τελευταία μεγάλη
στιγμή, στο τελευταίο Φεστιβάλ Καννών όπου θα κάνει την τελευταία του δημόσια
εμφάνιση, με αφορμή το ντοκιμαντέρ «The go-go boys»,
ντοκιμαντέρ για την αυτοκρατορία της Cannon. Εκεί όπου το κοινό τον υποδέχτηκε σαν αυτό που κάποτε
ήταν: Ένας πραγματικός Βασιλιάς της μεγάλης οθόνης που μας αποχαιρέτησε οριστικά στις 8 Αυγούστου του 2014. Ήταν το οριστικό τέλος μιας απολαυστικά βρώμικης εποχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου