Σκληρή δουλειά να ντιλάρεις πρέζα. Ακόμα σκληρότερη αν τυχαίνει να είσαι και πρεζάκιας. Ακροβατείς διαρκώς σε μια σπαστική ανάπαυλα της σκέψεως, δίχως να περιμένεις κάποιο πρόσταγμα λογικής – απαραίτητο γι αυτή τη δουλειά. Έτσι, καταντάς να κρεμάς ανάποδα Πολωνούς νταβατζήδες και να τους κόβεις το λαιμό, αφήνοντας τους να ξεματώσουν σαν τα γουρούνια. Και άντε μετά να μπουκώνεις το σκουπιδοφάγο σου με τα σπλάχνα τους…. Κωλοδουλειά σας λέω.
Αυτή είναι η μόνη αίσθηση που απεκόμισα από αυτό εδώ το τρίτο μέρος της διαδικτυακώς πολυσυζητημένης ταινίας του Νίκολας Βίντινγκ Ρεφν. Σκηνοθέτης αναμφίβολα ταλαντούχος. Η ταινία του, γυρισμένη «στο χέρι», διαθέτει μια αναντίρητη αμεσότητα, ενώ το φιλμογραφικό του timing σε κόβει φέτες: δεν υπάρχει δευτερόλεπτο για πέταμα στο Pusher 3. Γι αυτό και απογοητεύεσαι τόσο όταν, έχοντας συνέλθει από το σοκ, συνειδητοποιείς ότι δεν υπάρχει και καθόλου ψαχνό.
Εδώ, ένας μεσήλικας σέρβος πρεζέμπορας προσπαθεί να ξεφορτωθεί ένα φορτίο με χάπια Ecstasy, προσπαθώντας παράλληλα να διατηρήσει την κυρίαρχη θέση του στον υπόκοσμο της Κοπεγχάγης. Όταν όμως ο Τούρκος συνεργάτης του τον προδίδει, αναγκάζεται να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε μια νεότερη «συμμορία» με βαρύ αντάλλαγμα. Όλος ο φιλμικός χρόνος αποτυπώνει ένα 24ωρο από τη ζωή του – βλέπετε, ο «ήρωας» μας προσπαθεί παράλληλα με όλα αυτά, να ετοιμάσει ένα πάρτι γενεθλίων για την κόρη του.
Όλα βέβαια μπορεί να δείχνουν σκατά, αλλά μέσα στη φούρια του, ο Ρεφν ξεχνά να μας πει το σημαντικότερο: ο εγκληματίας μπορεί να διαπράττει το έγκλημα, αλλά η κοινωνία το προετοιμάζει. Αυτό δεν υπάρχει ούτε ως αφηρημένη έννοια στο εντυπωσιακό, κατάμαυρο αλλά και κούφιο φιλμ του. Και μην ακούω περί συγκρίσεων με τον Σημαδεμένο! Η ταινία του Ντε Πάλμα είναι δομημένη σαν γνήσια τραγωδία! Εδώ δράμα δεν υπάρχει. Μόνο μια ρεαλιστική καταγραφή που όμως, εφόσον δεν έχει τίποτα πραγματικά να πει, μοιάζει με κινηματογραφική άσκηση ύφους και τίποτα παραπάνω. Life sucks, and then you're high.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου