Δυο άνθρωποι όλοι κι όλοι. Σε ένα απέραντο, έρημο τοπίο. Πολλές οι σιωπές. Κι όμως, η καρδιά μου πάει να σπάσει από την αγωνία. Η ανάσα μου κόβεται. Και στο μυαλό μου, ένα μοναδικό ερώτημα: «τι θα γίνει μετά;». Ο κύριος Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι μ’έχει βάλει κάτω και μου έχει αφαιρέσει το «δικαίωμα» κάθε κριτικής σκέψης. Όλα αυτά, πέρσι, στο Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου και πρωτοβλέπω το φιλμ.
Που μιλά για την ιστορία δυο ανδρών σε ένα απομονωμένο νησί – φάντασμα της Αρκτικής. Δουλειά τους είναι να παίρνουν μετρήσεις από τα ραδιενεργά εδάφη, και να στέλνουν μέσω ασύρματου τα δεδομένα στο κεντρικό σταθμό. Ο ένας, ο Σεργκέι, πενήντα χρονών, σκληρός και ατόφιος, μοιάζει φιγούρα μυθική και άκρως Ρώσικη. Ο άλλος, ο Παβέλ, είναι ένας πιτσιρικάς, απόφοιτος πανεπιστημίου, που του έχει ανατεθεί να περάσει το καλοκαίρι του εκεί. «Η παλιά Ρωσία και η καινούργια» λέω, προσπαθώντας να μαντέψω βιαστικά τους συμβολισμούς του Ποπογκρέμπσκι. Τζάμπα κόπος. Γιατί στο τέταρτο γίνεται το μεγάλο hat – trick: άσχημα νέα φτάνουν για τον Σεργκέι στο σταθμό. Ο Παβέλ μαθαίνει πως η γυναίκα του και η κόρη του «συναδέλφου» του, σκοτώνονται σε ένα τραγικό ατύχημα, μόλις λίγες μέρες πριν την πολυαναμενόμενη άφιξη τους στο έρημο νησί. Η καρδιά του 50άρη γίγαντα μαλακώνει μόνο όταν μιλάει γι αυτούς. Και ο μικρός… δε λέει τίποτα. Μπλοκάρει, φοβάται, ποιος ξέρει; Οι μέρες περνούν, οι σχέσεις τσιτώνουν. Ο Σεργκέι αρχίζει να τα «παίζει» από την καθυστέρηση των δικών του. Ο Πάβελ στήνει όλο και μεγαλύτερα ψέματα για να κρατήσει κρυφό το τραγικό συμβάν. Κι εμείς κάνουμε κύκλους στο κάθισμα μας, περιμένοντας το μεγάλο ξέσπασμα. Βγαίνω από το σινεμά τρεκλίζοντας. «Διάολε, τι ταινία!» και τα ρέστα.
Το μυαλό μου όμως ήταν γεμάτο ερωτηματικά. Το εξής ένα: Γιατί, μα γιατί ο Πάβελ δεν εκστομίζει από την αρχή τι πραγματικά συνέβη στην οικογένεια του Σεργκέι;
Έρχεται το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αρκετούς μήνες αργότερα. Ξαναβλέπω το φιλμ. Τα πράγματα αρχίζουν να μπαίνουν κάπως στη θέση τους.
Μπαίνω στον κόπο να σας περιγράψω την όλη σχέση μου με το φιλμ γιατί θέλω να τονίσω πόσο με μάγεψε η πρώτη προβολή του. Κάθε «κριτική» μου σκέψη αχρηστεύτηκε – το μόνο που ήθελα ήταν να βιώσω την εμπειρία και όχι να την κάνω φέτες, μαζί με την ταινία. Έχει χρόνια να μου συμβεί κάτι τέτοιο.
Ο κύριος Ποπογκρέμπσκι, στην τρίτη του ταινία, αλωνίζει, στην κυριολεξία. Το Πως Τελείωσε Αυτό Το Καλοκαίρι είναι ταυτόχρονα, μια αλληγορία για τη Ρωσία που χάνεται, και μια παράξενη ερωτική ιστορία. Όχι μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών – μάλλον περί τριγώνου πρόκειται. Και το τρίτο πρόσωπο είναι η φύση, το φυσικό τοπίο με το οποίο ο Σεργκέι είναι πλήρως εναρμονισμένος. Κουβαλά άλλωστε όλη τη σκληρότητα της φύσης, και αυτό η ταινία το καταγράφει από τα πρώτα λεπτά. Ο Πάβελ αντιθέτως είναι νεοφερμένος. Παιδί της πόλης και των τετράγωνων σπιτιών. Και το τοπίο σχεδόν τον αποβάλει. Εδώ, σε αυτό το τρίγωνο αποκρυπτογραφείται και αυτή η παράξενη αίσθηση μεγαλείου που σε διαπερνά όταν βλέπεις το Kak Ya Provyol Etim Letom. Σε κάποιες σκηνές ήμουν βέβαιος πως βρισκόμουν σε trance. Αν και το ερώτημα μου παρέμεινε: Γιατί ο Πάβελ του κρύβει τα άσχημα νέα; Γιατί, δηλαδή, η ταινία είναι τόσο σκληρή με τον Σεργκέι; Είναι άδικο – ο Σεργκέι είναι ο μόνος άνθρωπος στο φιλμ που ζει σε μια απόρθητη αρμονία. Δυστυχώς όμως, η μανία της Φύσης (με Φ κεφαλαίο) ξεσπά πάντα στις ψηλότερες κορυφές. Και η Μεγάλη Ρωσία θα καταρρεύσει. Σιωπηλά.
Με μια στωικότητα που μονάχα ήρωες χαρακτηρίζει.
Χωρίς να έχω δει την ταινία, έχω να δηλώσω ότι το κομμάτι που μόλις διάβασα με συνεπήρε. Παρόλο που η ταινία θα με καταστρέψει βαθιά αν κάποτε τη δω, ωστόσο αντιλαμβάνομαι την άποψη του δημιουργού μέσα απ' όσα γράφεις και υποστηρίζω τις κλειστοφοβικές σεναριακές προσεγγίσεις. xx
ΑπάντησηΔιαγραφήΕλεάννα, να τη δεις. Ξέκλεψε δυο ώρες και πετάξου μέχρι την Έλλη. Πραγματικά αξίζει τον κόπο.
ΑπάντησηΔιαγραφή