Πως έφαγα τέτοιο κόλλημα; Ξεκίνησε με μια αφιέρωση. Το link εγραφε πάνω Johnny Hallyday και το κλίκαρα περιμένοντας να δω έναν παπουδάκο να πουλά ρετρό νοσταλγία σε συνομήλικους - για να δω έναν μπαρουτιασμένο 60άρη να δεσπόζει ένα τεράστιο stage ενώ από κάτω, ένα κοινό 80 χιλιάδων και κάθε ηλικίας βρισκόταν σε απόλυτη έκσταση. Μια εικόνα που μόνο ελπίδα μπορεί να μεταδώσει, όταν βρίσκεσαι χαμηλά. Όλα αυτά για μια κόπια του Έλβις;
Το ερώτημα «Τζόνι Χαλιντέϊ ή ΄Ελβις Πρίσλεϊ» είχε επανειλημμένα τεθεί στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν ο «Τζονί», ο κατάξανθος φαβοριτάκιας από τη Γαλλία, προβαλλόταν από τα ελληνικά media (το «Ντομινό, το «Ρομάντσο», τη «Φαντασία», αλλά και τα «Νέα», την «Ακρόπολιν» και την «Βραδυνή») ως ο «Πρίσλεϊ της Ευρώπης». Μην σας φαίνεται παράξενο αυτό. Εκείτα τα χρόνια, στα σχολεία διδάσκονταν μόνο τα γαλλικά (τα αγγλικά έγιναν μετά το ’70 η δημοφιλέστερη γλώσσα), και έτσι το «Εst ce que tu le sais?» του Χαλιντέϊ, που ήταν η απόδοση στα γαλλικά του «What did I say» του Ray Charles, συναγωνιζόταν στα ίσια από το πλατό των τζουκ-μποξ το “It’s now or never” του ΄Ελβις, που ήταν... η απόδοση στα αγγλικά του “O, sole mio”. Μην ακούω αηδίες, παρθενογένεση στην τέχνη, καμιά! Και αν η «κατηγορία» απέναντι στον Χάλιντεϊ ήταν ότι ουσιαστικά «παπαγάλιζε» τους αμερικανούς ρόκερς, πείτε μου ειλικρινά, οι Stones και οι Beatles στο ξεκίνημα τους, τι έκαναν; Και αυτοί ήρθαν δεύτεροι – ο Χαλιντέι δισκογραφεί από το 1959.
Ασε δε που εκείνα τα χρόνια ο «Τζονί» ήταν και ταίρι με τη Σιλβί Βαρτάν (πρώτη από τις πέντε συζύγους του...), της γάλο-αρμένισας τραγουδίστριας, που είχε και συγγενείς στην Ελλάδα (ο θείος της ήταν έμπορος ξηρών καρπών στον Πειραιά) η οποία «σάρωνε» στην χώρα μας, κυρίως στα κορίτσια που ήξεραν γαλλικά (επειδή διάβαζαν στο σχολείο) και έλιωναν με το “Par amour par pitie” που τραγουδούσε κλαίγοντας η Σιλβί! ‘Εκλαιγαν όμως και με την απόπειρα αυτοκτονίας του Χαλιντέι το 1965. Tον σώζουν την τελευταία στιγμή. Αφήνει την Βαρτάν και το νεογέννητο γιο τους στο Παρίσι και ταξιδεύει για Λονδίνο, αναζητώντας καινούργιο ήχο - and probably, the meaning of it all. Εκεί, πέφτει πάνω σ' έναν Αμερικανό κιθαρίστα που αναζητά μια ευκαιρία. Ο νεαρός λέγεται Jimmy Hendrix. Ο Χαλιντέϊ ακούει το demo του, παθαίνει πλακάρα και, λίγους μήνες μετά, οι Jimmy Hendrix Experience δίνουν τις πρώτες τους συναυλίες, ως support band του Γάλλου ροκ σταρ.
Ο Johhny θέλει να αγκαζάρει τον Hendrix για προσωπικό του κιθαρίστα, αυτός όμως έχει τα δικά του σχέδια, και προτείνει έναν άλλο, άνεργο μουσικό που επίσης αναζητά μια ευκαιρία. Έτσι, ο Χαλιντέϊ (που έχει πλέον συμπεριλάβει μια γαλλική βερσιόν του "Hey Joe" στο playlist του) γνωρίζει τον Τζίμι Πέιτζ και μαζί συνθέτουν και ηχογραφούν ένα single ονόματι Psychedelic. Η γοητεία που ασκεί στον Χαλιντέι αυτός ο νέος, σκληρός, ζωντανός ήχος τον οδηγεί στην ηχογράφηση ενός ολόκληρου άλμπουμ σε αυτό το στυλ. Αποφασίζει να μαζέψει τους καλύτερους: Μικ Τζόουνς, Τζίμι Πέιτζ και Πίτερ Φράμπτον (μαζί με τους Small Faces!) συνθέτουν ένα τρελό line-up. O δίσκος τιτλοφορείται "Rivière... ouvre ton lit", είναι μακράν ο, μέχρι τότε, καλύτερος του, κυκλοφορεί το 1969, σημειώνει τρελές πωλήσεις, ο Johnny θα κυκλοφορήσει άλλα δυο άλμπουμ σ'αυτό το στιλ και ο Πέιτζ θα ηχογραφήσει βιαστικά κάποια μέρη για το ένα εξ αυτών ("Vie", 1970) για να μαζέψει το μερτικό του και να φορμάρει τους Led Zeppelin.
Α, ξέχασα να σας πω ότι ο Τζονί ήταν και ηθοποιός, σε ταινίες δράσης, αλλά και σε πιο σοβαρές στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω. Το “D’ ou viens-tu Johnny?” πάντως, όπου έπαιζε έναν «οργισμένο» της εποχής δίπλα στην κουκλάρα Κατρίν Ντενέβ, σήκωσε επανειλημμένα την πινακίδα «μόνον όρθιοι» στα ελληνικά σινεμά. Ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία (σαρωτική!) είχε η ταινία του Κλοντ Λελούς «Η περιπέτεια είναι περιπέτεια», με τον Χολιντέι πλάι στους Λίνο Βεντούρα και Ζακ Μπρελ.
Σήμερα, που η διασημότητα έχει αλλάξει όρους, φαντάζομαι πως στη χώρα μας περισσότεροι γνωρίζουν – για να μην πω, «κατέχουν» - τον Ρίκι Μάρτιν (τυχαίο παράδειγμα) από τον Τζόνι Χάλιντεϊ. Κι ας έχει ο «Τζονί» πουλήσει 100 εκατομμύρια άλμπουμ, ας έχει δώσει αμέτρητες συναυλίες (400 τουρνέ ενώπιον ενός κοινού που συνολικά ξεπερνά τα 25 εκατομμύρια!) και, σε μια καριέρα που καλύπτει 49 χρόνια, έχει στην κατοχή του 18 πλατινένια άλμπουμ. Ως ηθοποιός δέ, έχει συνεργαστεί με τον Κώστα Γαβρά, τον Ζαν Λικ Γκοντάρ και τον Πατρίς Λεκόντ. Αυτά βέβαια στη Γαλλία. Όπου οι δίσκοι του συνεχίζουν να πουλούν και ο ίδιος στέκεται όχι ως ένα κιτς μνημείο αλλά ως ενεργός καλλιτέχνης του "εδω-και-τώρα" - όχι ότι δε λφέρταρε με αυτό, ιδίως στα 80s. Κι όμως, μουσικά υπήρξε αξιοπρεπής και συνεπέστατος. Την δεκαετία του 80 πολλοί συνομήλικοι του rockers δοκίμαζαν την τύχη τους στην ντισκοειδή pop (θέλετε ονόματα; Μικ Τζάγκερ, Ρόμπερτ Πλαντ, Αντριάνο Τσελεντάνο – ο αντίστοιχος Ιταλός Έλβις...), αλλά ο Χάλιντεϊ έμεινε πειστός στις ρίζες του τις οποίες μάλιστα και οδήγησε μπροστά: οι παραγωγές του άλλαξαν (ακούστε τις δουλειές του με τον Bob Clearmountain, παραγωγό του Springsteen – ιδίως το μπλουζ αριστούργημα "Le cœur d'un homme"), οι συνεργασίες του (από τον Καρλ Πέρκινς και τον Κρίς Άιζαακ, μέχρι τους Stray Cats, τον Μπον Τζόβι αλλά και τον Μπόνο των U2) ήταν εύστοχες και οι πειραματισμοί του πάντοτε μέσα στα πλαίσια της μουσικής που τον ανέδειξε. «Η ντίσκο μου φέρνει δυσπεψία / οι τραγουδιστές της μου σπάνε τα νεύρα / ούτε γουστάρω το ρετρό / απλά προτιμώ το rock’n’roll» τραγουδούσε στο “Le bon temps du rock’n’roll” και μάλιστα εν έτη 1979, όταν δηλαδή οι καρεκλάδες κυριαρχούσαν και οι «αγριοροκάδες» Kiss γέμιζαν τις πίστες με το “I was made for loving you”.
Πίσω από τη λάμψη όμως, οι συνεχείς ζωντανές εμφανίσεις άρχιζαν να ζητούν τη δική τους πληρωμή. Ο μουσικός έχανε τις αισθήσεις του στη σκηνή. Και ο άνθρωπος κουράστηκε - βάλτε μέσα και τις χρόνιες καταχρήσεις - εξαρτήσεις του.... Άρχισε να βαριέται τον Τζόνι Χάλιντεϊ και να νοσταλγεί όλο και περισσότερο τον Ζαν-Φιλίπ Σμετ – αυτό είναι και το πραγματικό του όνομα. «Με θυμάμαι να βλέπω τον Φρανκ Σινάτρα να δίνει συναυλίες στα 80 του. Το μοναδικό του ταλέντο βέβαια δεν είχε χαθεί, εγώ όμως έφευγα από τις εμφανίσεις του βαθιά απογοητευμένος.». Μη σας φαίνεται βλάσφημη η σύγκριση. Γιατί η ανακοίνωση της τελευταίας τουρνέ του Τζόνι Χάλιντεϊ έκανε τους Γάλλους να στενάξουν. Το Le Figaro έγραφε την επόμενη μέρα: «η ανακοίνωση αυτή ξυπνά μέσα μας τέτοια θλίψη και νοσταλγία που μόνο με το συναίσθημα που περιέγραφε ο Μαρσέλ Προυστ στο Κυνηγώντας Τον Χαμένο Χρόνο μπορεί να συγκριθεί». Ο Γάλλος Έλβις ονόμασε την περιοδεία «Tour 66» - παραπέμποντας στην φετιχιστική Route 66 αλλά και στην ηλικία του. Στη μέση της, καταλήγει στο νοσοκομείο, στα πρόθυρα του τέλους. Πέφτει σε κώμα και η Γαλλία "παγώνει". Οι γιατροί βγάζουν μια παράξενη ανακοίνωση όπου υπογραμμίζουν πως "ποτέ δε συνάντησαν περισσότερο αλκοόλ σε ανθρώπινο οργανισμό". Ευτυχώς,θα επιστρέψει δυναμικά, με τον καλύτερο δίσκο του εδώ και δεκαετίες, το "Jamais Seul".
Και κάθε φορά που θα μας λείπει, υπάρχουν οι δίσκοι του και οι κινηματογραφικές του εμφανίσεις. Εγώ προσωπικά, θα τον συναντώ στο αριστούργημα του Πατρίς Λεκόντ «Ο άνθρωπος του τρένου», όπου ενσαρκώνει έναν επαγγελματία ληστή τραπεζών που σχεδιάζει μια τελευταία δουλειά, για να ανταλλάξει ζωή (μεταφορικά και κυριολεκτικά, με έναν τρόπο μαγικό) με έναν γερασμένο συνταξιούχο καθηγητή - ο υπέροχος Ζαν Ροσφόρ. Υπέροχος και στο “Vengeance” του διακεκριμένου Ασιάτη σκηνοθέτη Τζόνι Το, που προβλήθηκε πρόπερσι στις Κάννες και συγκέντρωσε τις καλύτερες των κριτικών. Θα μου πείτε τώρα, τι να ξέρει ο ασιάτης από γαλλικό ροκ... Τον ρώτησαν κιόλας. Του είπαν, πως και διάλεξε τον Χάλιντεϊ για ρόλο πρωταγωνιστικό. Και τους απάντησε με ερώτηση: «τα μάτια του τα έχετε δει;».
Αν τον δείτε κι εσείς στο “You tube” να τραγουδά, στα 66 του, “Que je t’ aime”, του 66, με μια μπάντα που το παίζει σε εντελώς σημερινό μπιτ και ύφος, ίσως να καταλάβετε πως αν ο Ρισάρ Αντονί, ο Ιγκ Οφρέ, ο Πασκάλ Ντανέλ, ο Μισέλ Σαρντού και άλλοι μεγάλοι Γάλλοι τραγουδιστές άφησαν πίσω τους «μπελκάντο», ο ΤΖόνι Χαλιντέϊ αφήνει ρυθμό, δύναμη και - κυρίως - γνησιότητα. Λέει τώρα πως δε θα ξαναεμφανιστεί live - δίνει αυτούς τους μήνες την τελευταία του (τελικά) τουρνέ.
Επειδή όμως στην τέχνη δεν υπάρχει «αντίο», εγώ του λέω «Au revoir». Άλλωστε, πάνω στη σκηνή θέλει να πεθάνει.
Το ερώτημα «Τζόνι Χαλιντέϊ ή ΄Ελβις Πρίσλεϊ» είχε επανειλημμένα τεθεί στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν ο «Τζονί», ο κατάξανθος φαβοριτάκιας από τη Γαλλία, προβαλλόταν από τα ελληνικά media (το «Ντομινό, το «Ρομάντσο», τη «Φαντασία», αλλά και τα «Νέα», την «Ακρόπολιν» και την «Βραδυνή») ως ο «Πρίσλεϊ της Ευρώπης». Μην σας φαίνεται παράξενο αυτό. Εκείτα τα χρόνια, στα σχολεία διδάσκονταν μόνο τα γαλλικά (τα αγγλικά έγιναν μετά το ’70 η δημοφιλέστερη γλώσσα), και έτσι το «Εst ce que tu le sais?» του Χαλιντέϊ, που ήταν η απόδοση στα γαλλικά του «What did I say» του Ray Charles, συναγωνιζόταν στα ίσια από το πλατό των τζουκ-μποξ το “It’s now or never” του ΄Ελβις, που ήταν... η απόδοση στα αγγλικά του “O, sole mio”. Μην ακούω αηδίες, παρθενογένεση στην τέχνη, καμιά! Και αν η «κατηγορία» απέναντι στον Χάλιντεϊ ήταν ότι ουσιαστικά «παπαγάλιζε» τους αμερικανούς ρόκερς, πείτε μου ειλικρινά, οι Stones και οι Beatles στο ξεκίνημα τους, τι έκαναν; Και αυτοί ήρθαν δεύτεροι – ο Χαλιντέι δισκογραφεί από το 1959.
Ασε δε που εκείνα τα χρόνια ο «Τζονί» ήταν και ταίρι με τη Σιλβί Βαρτάν (πρώτη από τις πέντε συζύγους του...), της γάλο-αρμένισας τραγουδίστριας, που είχε και συγγενείς στην Ελλάδα (ο θείος της ήταν έμπορος ξηρών καρπών στον Πειραιά) η οποία «σάρωνε» στην χώρα μας, κυρίως στα κορίτσια που ήξεραν γαλλικά (επειδή διάβαζαν στο σχολείο) και έλιωναν με το “Par amour par pitie” που τραγουδούσε κλαίγοντας η Σιλβί! ‘Εκλαιγαν όμως και με την απόπειρα αυτοκτονίας του Χαλιντέι το 1965. Tον σώζουν την τελευταία στιγμή. Αφήνει την Βαρτάν και το νεογέννητο γιο τους στο Παρίσι και ταξιδεύει για Λονδίνο, αναζητώντας καινούργιο ήχο - and probably, the meaning of it all. Εκεί, πέφτει πάνω σ' έναν Αμερικανό κιθαρίστα που αναζητά μια ευκαιρία. Ο νεαρός λέγεται Jimmy Hendrix. Ο Χαλιντέϊ ακούει το demo του, παθαίνει πλακάρα και, λίγους μήνες μετά, οι Jimmy Hendrix Experience δίνουν τις πρώτες τους συναυλίες, ως support band του Γάλλου ροκ σταρ.
Ο Johhny θέλει να αγκαζάρει τον Hendrix για προσωπικό του κιθαρίστα, αυτός όμως έχει τα δικά του σχέδια, και προτείνει έναν άλλο, άνεργο μουσικό που επίσης αναζητά μια ευκαιρία. Έτσι, ο Χαλιντέϊ (που έχει πλέον συμπεριλάβει μια γαλλική βερσιόν του "Hey Joe" στο playlist του) γνωρίζει τον Τζίμι Πέιτζ και μαζί συνθέτουν και ηχογραφούν ένα single ονόματι Psychedelic. Η γοητεία που ασκεί στον Χαλιντέι αυτός ο νέος, σκληρός, ζωντανός ήχος τον οδηγεί στην ηχογράφηση ενός ολόκληρου άλμπουμ σε αυτό το στυλ. Αποφασίζει να μαζέψει τους καλύτερους: Μικ Τζόουνς, Τζίμι Πέιτζ και Πίτερ Φράμπτον (μαζί με τους Small Faces!) συνθέτουν ένα τρελό line-up. O δίσκος τιτλοφορείται "Rivière... ouvre ton lit", είναι μακράν ο, μέχρι τότε, καλύτερος του, κυκλοφορεί το 1969, σημειώνει τρελές πωλήσεις, ο Johnny θα κυκλοφορήσει άλλα δυο άλμπουμ σ'αυτό το στιλ και ο Πέιτζ θα ηχογραφήσει βιαστικά κάποια μέρη για το ένα εξ αυτών ("Vie", 1970) για να μαζέψει το μερτικό του και να φορμάρει τους Led Zeppelin.
Α, ξέχασα να σας πω ότι ο Τζονί ήταν και ηθοποιός, σε ταινίες δράσης, αλλά και σε πιο σοβαρές στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω. Το “D’ ou viens-tu Johnny?” πάντως, όπου έπαιζε έναν «οργισμένο» της εποχής δίπλα στην κουκλάρα Κατρίν Ντενέβ, σήκωσε επανειλημμένα την πινακίδα «μόνον όρθιοι» στα ελληνικά σινεμά. Ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία (σαρωτική!) είχε η ταινία του Κλοντ Λελούς «Η περιπέτεια είναι περιπέτεια», με τον Χολιντέι πλάι στους Λίνο Βεντούρα και Ζακ Μπρελ.
Σήμερα, που η διασημότητα έχει αλλάξει όρους, φαντάζομαι πως στη χώρα μας περισσότεροι γνωρίζουν – για να μην πω, «κατέχουν» - τον Ρίκι Μάρτιν (τυχαίο παράδειγμα) από τον Τζόνι Χάλιντεϊ. Κι ας έχει ο «Τζονί» πουλήσει 100 εκατομμύρια άλμπουμ, ας έχει δώσει αμέτρητες συναυλίες (400 τουρνέ ενώπιον ενός κοινού που συνολικά ξεπερνά τα 25 εκατομμύρια!) και, σε μια καριέρα που καλύπτει 49 χρόνια, έχει στην κατοχή του 18 πλατινένια άλμπουμ. Ως ηθοποιός δέ, έχει συνεργαστεί με τον Κώστα Γαβρά, τον Ζαν Λικ Γκοντάρ και τον Πατρίς Λεκόντ. Αυτά βέβαια στη Γαλλία. Όπου οι δίσκοι του συνεχίζουν να πουλούν και ο ίδιος στέκεται όχι ως ένα κιτς μνημείο αλλά ως ενεργός καλλιτέχνης του "εδω-και-τώρα" - όχι ότι δε λφέρταρε με αυτό, ιδίως στα 80s. Κι όμως, μουσικά υπήρξε αξιοπρεπής και συνεπέστατος. Την δεκαετία του 80 πολλοί συνομήλικοι του rockers δοκίμαζαν την τύχη τους στην ντισκοειδή pop (θέλετε ονόματα; Μικ Τζάγκερ, Ρόμπερτ Πλαντ, Αντριάνο Τσελεντάνο – ο αντίστοιχος Ιταλός Έλβις...), αλλά ο Χάλιντεϊ έμεινε πειστός στις ρίζες του τις οποίες μάλιστα και οδήγησε μπροστά: οι παραγωγές του άλλαξαν (ακούστε τις δουλειές του με τον Bob Clearmountain, παραγωγό του Springsteen – ιδίως το μπλουζ αριστούργημα "Le cœur d'un homme"), οι συνεργασίες του (από τον Καρλ Πέρκινς και τον Κρίς Άιζαακ, μέχρι τους Stray Cats, τον Μπον Τζόβι αλλά και τον Μπόνο των U2) ήταν εύστοχες και οι πειραματισμοί του πάντοτε μέσα στα πλαίσια της μουσικής που τον ανέδειξε. «Η ντίσκο μου φέρνει δυσπεψία / οι τραγουδιστές της μου σπάνε τα νεύρα / ούτε γουστάρω το ρετρό / απλά προτιμώ το rock’n’roll» τραγουδούσε στο “Le bon temps du rock’n’roll” και μάλιστα εν έτη 1979, όταν δηλαδή οι καρεκλάδες κυριαρχούσαν και οι «αγριοροκάδες» Kiss γέμιζαν τις πίστες με το “I was made for loving you”.
Πίσω από τη λάμψη όμως, οι συνεχείς ζωντανές εμφανίσεις άρχιζαν να ζητούν τη δική τους πληρωμή. Ο μουσικός έχανε τις αισθήσεις του στη σκηνή. Και ο άνθρωπος κουράστηκε - βάλτε μέσα και τις χρόνιες καταχρήσεις - εξαρτήσεις του.... Άρχισε να βαριέται τον Τζόνι Χάλιντεϊ και να νοσταλγεί όλο και περισσότερο τον Ζαν-Φιλίπ Σμετ – αυτό είναι και το πραγματικό του όνομα. «Με θυμάμαι να βλέπω τον Φρανκ Σινάτρα να δίνει συναυλίες στα 80 του. Το μοναδικό του ταλέντο βέβαια δεν είχε χαθεί, εγώ όμως έφευγα από τις εμφανίσεις του βαθιά απογοητευμένος.». Μη σας φαίνεται βλάσφημη η σύγκριση. Γιατί η ανακοίνωση της τελευταίας τουρνέ του Τζόνι Χάλιντεϊ έκανε τους Γάλλους να στενάξουν. Το Le Figaro έγραφε την επόμενη μέρα: «η ανακοίνωση αυτή ξυπνά μέσα μας τέτοια θλίψη και νοσταλγία που μόνο με το συναίσθημα που περιέγραφε ο Μαρσέλ Προυστ στο Κυνηγώντας Τον Χαμένο Χρόνο μπορεί να συγκριθεί». Ο Γάλλος Έλβις ονόμασε την περιοδεία «Tour 66» - παραπέμποντας στην φετιχιστική Route 66 αλλά και στην ηλικία του. Στη μέση της, καταλήγει στο νοσοκομείο, στα πρόθυρα του τέλους. Πέφτει σε κώμα και η Γαλλία "παγώνει". Οι γιατροί βγάζουν μια παράξενη ανακοίνωση όπου υπογραμμίζουν πως "ποτέ δε συνάντησαν περισσότερο αλκοόλ σε ανθρώπινο οργανισμό". Ευτυχώς,θα επιστρέψει δυναμικά, με τον καλύτερο δίσκο του εδώ και δεκαετίες, το "Jamais Seul".
Και κάθε φορά που θα μας λείπει, υπάρχουν οι δίσκοι του και οι κινηματογραφικές του εμφανίσεις. Εγώ προσωπικά, θα τον συναντώ στο αριστούργημα του Πατρίς Λεκόντ «Ο άνθρωπος του τρένου», όπου ενσαρκώνει έναν επαγγελματία ληστή τραπεζών που σχεδιάζει μια τελευταία δουλειά, για να ανταλλάξει ζωή (μεταφορικά και κυριολεκτικά, με έναν τρόπο μαγικό) με έναν γερασμένο συνταξιούχο καθηγητή - ο υπέροχος Ζαν Ροσφόρ. Υπέροχος και στο “Vengeance” του διακεκριμένου Ασιάτη σκηνοθέτη Τζόνι Το, που προβλήθηκε πρόπερσι στις Κάννες και συγκέντρωσε τις καλύτερες των κριτικών. Θα μου πείτε τώρα, τι να ξέρει ο ασιάτης από γαλλικό ροκ... Τον ρώτησαν κιόλας. Του είπαν, πως και διάλεξε τον Χάλιντεϊ για ρόλο πρωταγωνιστικό. Και τους απάντησε με ερώτηση: «τα μάτια του τα έχετε δει;».
Αν τον δείτε κι εσείς στο “You tube” να τραγουδά, στα 66 του, “Que je t’ aime”, του 66, με μια μπάντα που το παίζει σε εντελώς σημερινό μπιτ και ύφος, ίσως να καταλάβετε πως αν ο Ρισάρ Αντονί, ο Ιγκ Οφρέ, ο Πασκάλ Ντανέλ, ο Μισέλ Σαρντού και άλλοι μεγάλοι Γάλλοι τραγουδιστές άφησαν πίσω τους «μπελκάντο», ο ΤΖόνι Χαλιντέϊ αφήνει ρυθμό, δύναμη και - κυρίως - γνησιότητα. Λέει τώρα πως δε θα ξαναεμφανιστεί live - δίνει αυτούς τους μήνες την τελευταία του (τελικά) τουρνέ.
Επειδή όμως στην τέχνη δεν υπάρχει «αντίο», εγώ του λέω «Au revoir». Άλλωστε, πάνω στη σκηνή θέλει να πεθάνει.
Πολύ ωραίο άρθρο, Άκη. Άσχετο, αλλά με τράβηξαν κάτι φίλοι (έτσι το λέμε τώρα) και πήγα και είδα το ''Piranha 3DD''. Φίλε, απλά θέλω τα λεφτά μου πίσω!
ΑπάντησηΔιαγραφήNo, what you need is a new set of friends. Καλημέρα!
ΑπάντησηΔιαγραφήYou are right! Παρ'όλα αυτά άθλια ταινία. Επιχείρησες να την δεις;
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ δημοσιογραφιή προβολή ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή. Ημουν τυχερός, μαθαίνω.
ΑπάντησηΔιαγραφήO λόγος της ακύρωσης της προβολής; Ή απλά ντράπηκαν να παρουσιάσουν τέτοιο έκτρωμα στους δημοσιογράφους; Τύχη βουνό είχες! Τα ''Final destination 4-5'' μπροστά σε αυτή την ασυναρτησία φαντάζουν ''Ψυχώ''
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο Final Destination 5 είναι γαμηστερό, εντελώς γαμηστερό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ. Για διάβασε please το κείμενο μου και πες αν συμφωνείς ή εάν γράφω μαλακίες http://kritiki-gr.blogspot.gr/2011/09/final-destination-5-5.html
ΑπάντησηΔιαγραφήΠως φαινεσαι αρρωστακι! Γουσταρω τετοια "αντικειμενικα" κειμενα. Καποια στιγμη θα το κανω για Bruce
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετά το "que je t'aime" όλα τα ερωτικά τραγούδια μοιάζουν αλοιφές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙωάννη, πότε θα με βγαλεις εξω;
ΑπάντησηΔιαγραφή