Τα "Ανεμοδαρμένα ύψη" της Έμιλι Μπροντέ (μοναδικό της βιβλίο) είναι η σκληρή ιστορία του δαιμονικού έρωτα ανάμεσα στην Κάθριν Έρνσο και το αδέσποτο παιδί που υιοθέτησε ο πατέρας της, τον Χίθκλιφ. Όπου, πιστεύοντας από μια παρεξηγημένη φράση της ότι η αγάπη του για αυτήν δεν βρίσκει ανταπόκριση, και εξευτελισμένος από τον βάρβαρο αδελφό της, εγκαταλείπει τα Ανεμοδαρμένα Ύψη και επιστρέφει μετά από χρόνια ως πλούσιος και εκλεπτυσμένος κύριος, βάζοντας αμέσως σε εφαρμογή ένα σχέδιο αβυσσαλέου μίσους με σκοπό να εκδικηθεί για τα δεινά που είχε υποστεί στο παρελθόν. Τονίζω ότι μιλάμε ακόμα για το βιβλίο και όχι για την ταινία. Η πλοκή του βιβλίου, βλέπετε, είναι πολυεπίπεδη και χαρακτηρίζεται από αμείλικτη βιαιότητα, όμως το ποιητικό μεγαλείο της Μπροντέ και η σκληράδα του κεντρικού ήρωα (τα πρώτα τριαντατρία κεφάλαια "χτίζουν" το προφίλ μιας πραγματικά επικίνδυνης φιγούρας) το εκτινάζουν στη σφαίρα των κορυφαίων της αγγλικής λογοτεχνίας.
Η Αντρέα Άρνολντ, τώρα, έχω την αίσθηση "απηυδισμένη" από τις "ακαδημαϊκές" μεταφορές του βιβλίου, είπε να το πιάσει από την καλή, και να το μεταφερει με τον τρόπο της στην οθόνη. Αναρωτιέμαι γιατί. Αναρωτιέμαι γιατί έπρεπε να το κάνει με τα Ανεμοδαρμένα Ύψη όταν η ουσία του βιβλίου την ενδιαφέρει τόσο λίγο, όταν ουσιαστικα το επανοηματοδοτεί, αλλάζοντας τόσο καίρια σημεία της πλοκής, όσο και τον κεντρικό της χαρακτήρα: Ο Χιθκλιφ της Άρνολντ (αφροαμερικάνος εδώ - στο βιβλίο αναφέρεται απλά ως "μελαμψός") είναι ένας αξιολύπητος κλαψιάρης με αστεία βίαια ξεσπάσματα που ποτέ, μα ποτέ δεν ανταποκρίνεται στο ύψος των περιστάσεων. Το ανθρωπάκι του φιλμ απέχει δισεκατομμύρια χιλιόμετρα από το διψασμένο για εκδίκηση κτήνος του πρωτότυπου - όσο για την εξέλιξη της πλοκής και το φινάλε το ίδιο, αυτό κι αν απομακρύνεται, όχι από το γράμμα (που δεν μας πολυενδιαφέρει) αλλά από τη βαθύτερη ουσία του μυθιστορήματος της Μπροντέ. Εκτός κι αν η Άρνολντ ήθελε να μας πει πως το αυθεντικο ουσιαστικά δεν ήταν παρά μια υπαρξιακή σαπουνόπερα με θλιβερό τέλος.
Πριν το τέλος όμως, έχουμε ένα πρώτο μέρος που ξεκινά με τις καλύτερες προοπτικές: η φωτογραφία που εστιάζει κυρίως στα ανολοκλήρωτα στοιχεία της φύσης (σαν τον έρωτα των ηρώων) αποτυπώνει στο φιλμ εικόνες που κουβαλούν παγανιστικές σχεδόν αποχρώσεις, με τον άνεμο πανταχού παρόντα (ο αληθινός - αν και... αφανής - πρωταγωνιστής της ταινίας), και την κάμερα εστιασμένη στα πρόσωπα του Χίθκλιφ και της Κάθριν. Ο κοινωνικός ρεαλισμός του πρωτότυπου απουσιάζει πλήρως, τον αντικαθιστά όμως ένα ντεκουπάρισμα που σε τοποθετεί στο επίκεντρο των καταστάσεων: μυρίζει χώμα και νερό αυτό το φιλμ.
Στη μέση όμως, όταν δηλαδή η Άρνολντ πρέπει επιτέλους να ασχοληθεί και με το βιβλίο, τα κάνει μαντάρα: οι ηθοποιοί που έχουν αναλάβει να ενσαρκώσουν τις ελαχίστως μεγαλύτερες "εκδοχές" των ηρώων δεν πείθούν ούτε στιγμή (χειρότερη επιλογή casting δεν πρέπει να έχει σημειωθεί φέτος), ούτε μορφικά, αλλά ούτε και ερμηνευτικά, ο συσσωρευμένος θυμός πάνω στον οποίο στηρίζεται ολόκληρο το δράμα, προκύπτει... άσφαιρός, ενώ οι δήθεν "μοντέρνες" πινελιές (ο νεαρός Χιθκλιφ αποκαλεί "μουνιά" τους ευγενείς που τον χλευάζουν - πωπωπω, θα τρομάξουν οι καημένοι οι μικροαστοί...) απλώς πιστοποιούν το προφανές: τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της Μπροντέ ήταν απλώς μια πρόφαση για την Άρνολντ. Πρόφαση για το στήσιμο ενός μελοδράματος εποχής πάνω στα καταπιεσμένα πάθη. Ως τέτοιο, πιθανότατα να έπαιρνε μια μεγαλύτερη βαθμολογία (μη φανταστείτε τίποτα το τρομερό, ένα βαθμό πάνω, ας πούμε). Η επί τούτου αβανταδόρικη και, στο φινάλε "δήθεν" επιλογή της Άρνολντ όμως δεν γίνεται να περάσει απαρατήρητη. Τουλάχιστον όχι απο εμάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου