«Στου καλότυχου την πόρτα, θηλυκό γεννιέται πρώτα» λέει μια παροιμία. Σε καμιά περίπτωση δε θα με χαρακτήριζα καλότυχο, αλλά δε σας κρύβω πως χάρηκα πολύ όταν έμαθα πως περιμέναμε κορίτσι. Ακούστηκε κάπως αυτό; Τι να σας πω, σκέφτεσαι λίγο την αγριάδα των αγοριών, το άτσαλο τους τρέξιμο, θυμάσαι λίγο και την άχαρη θολούρα της εφηβείας σου και βάζεις δίπλα απ’ όλα αυτά την τρυφερότητα ενός κοριτσιού, που μέσα απ’ αυτήν όλα αλλάζουν. Θα μου πεις και με το αγόρι δεν αλλάζουν; Προφανώς. Εγώ όμως ήθελα κορίτσι. Πιθανότατα και να ήθελα να αγαπηθώ. Λένε πως τα κοριτσάκια αγαπούν πολύ τους μπαμπάδες τους.
Έλα όμως που αυτό δε σημαίνει πως οι μπαμπάδες έχουν το αλάθητο: μπορεί το αγόρι με το κορίτσι να διαφέρουν, το παιδί όμως είναι παιδί. Και έχει ανάγκη πολύ συγκεκριμένα πράγματα, από την προσφορά ή τη στέρηση των οποίων, αργά ή γρήγορα θα κριθείς. Και η ευθύνη της κοινωνίας; Τεράστια. Οι ανισότητες που την διέπουν ανετότατα σε «πετάνε» στη λάθος μεριά, την μεριά εκείνη από την οποία δύσκολα ξεφεύγεις. Και εκεί, ναι, γίνονται λάθη. Υπάρχει όμως πάντα ένα όριο. Γράφω αυτό το κείμενο και φέρνω στο νου μου το φινάλε του Κλέφτη Ποδηλάτων. Μέσα στην δραματική απελπισία αυτής της κατάστασης, σε διαλύει να ξέρεις πως οι δυο αυτοί άνθρωποι, αυτός ο πατέρας και αυτό το παιδί, είναι ανίκητοι – και η αγάπη τους αυτή είναι η μόνη ελπίδα που έχουμε.
Η Μυρτώ, η 14χρονη ηρωίδα της ταινίας αναζητά έναν απόντα πατέρα, που δείχνει να αντιμετωπίζει κάθε σοβαρό πρόβλημα με τη μέθοδο της φυγής. Η ίδια, που τόσο τον αγαπά, αποδίδει στον εαυτό της ένα πολύ μεγαλύτερο κομμάτι ευθύνης απ’ αυτό που της αντιστοιχεί, αλλά δεν το ομολογεί ποτέ. Ζόρικο φορτίο η απόρριψη του πατέρα. Αφήνει άσχημα κουσούρια. Και Η Κόρη του Θάνου Αναστόπουλου βασανίζεται από την άρνηση μιας σκληρής αλήθειας, την αποδοχή της οποίας αναβάλει μέχρι την τελευταία σεκάνς. Μια σειρά γεγονότων, αναλαμβάνει να την οδηγήσει εκεί, στο κλείσιμο αυτού του κύκλου ο οποίος ξεκινάει με την απαγωγή ενός μικρότερου αγοριού από τη Μυρτώ. Βλέπεις την ταινία και παγώνεις: σε ποιο από τα δυο παιδία να δώσεις άδικο;
Δυστυχώς, άλλο πράγμα ο στοχασμός πάνω στη δράση, και άλλο η δράση η ίδια. Κι ενώ, σκηνοθετικά, ο Θάνος Αναστόπουλος δείχνει να φιλμογραφεί την δεύτερη με έμπνευση και νεύρο – ο ρυθμός του παραπέμπει σ’ αυτό τον αδελφών Νταρντέν – το σενάριο του σκοντάφτει σε μια σχηματικότητα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον, στυλιζαρισμένο αλλά απολύτως πειστικό ρεαλισμό της εικόνας. Γιατί η Μυρτώ δε χρειάζεται να διαβάζει λήμματα λεξικών (για τις λέξεις – κλειδιά «χρέος» και «ευθύνη»): Τα νοήματα αλλά και τα ερωτήματα που προκύπτουν απ’ αυτές οφείλουν να αναδύονται από το δράμα. Το δράμα όμως μοιάζει δευτερευούσης σημασίας σε επίπεδο σύλληψης, και εκεί βραχυκυκλώνεις. Όταν πλέον φτάνεις στη προτελευταία σκηνή, η δράση φαντάζει εντελώς παράλογη, στημένη για να εξυπηρετήσει τα θέματα που ναι μεν θέλει να θίξει Η Κόρη, εις βάρος όμως της ίδιας της ταινίας καθώς αυτό που προκύπτει φοβάμαι πως φλερτάρει πολύ με τον διδακτισμό. Ακόμη χειρότερα, έναν διδακτισμό που έχω την αίσθηση πως δεν ήταν καθόλου μέσα στις προθέσεις των δημιουργών της.
Απομένουν κάποιες ειλικρινείς στιγμές ανάμεσα στα δυο παιδιά πρωταγωνιστές, οι Γιώργος Συμεωνίδης και Ιερώνυμος Καλετσάνος που δίνουν ερμηνείες στιβαρές και απολύτως ισορροπημένες μέσα στο φιλμικό σύμπαν που τις εμπεριέχει (κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει με την πλειονότητα του καστ) και μια τελική σεκάνς που, παρά τον προφανή της συμβολισμό, αποτυπώνει μια εικόνα τόσο δυνατή, που από τη δύναμη της και μόνο απελευθερώνεται από τον βραχνά του κλισέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου