Στο τέλος
της δεκαετίας του ’60, δύο σημαντικοί μουσικοί παραγωγοί ανακαλύπτουν έναν
άγνωστο μουσικό σε ένα μπαρ του Ντιτρόιτ. Εντυπωσιασμένοι από τις συγκινητικές
μελωδίες και τους προφητικούς του στίχους, ηχογραφούν μαζί του ένα άλμπουμ, που
πιστεύουν ότι θα τον κάνει τον μεγαλύτερο καλλιτέχνη της εποχής του. Όμως το
άλμπουμ αποτυγχάνει παταγωδώς εμπορικά, ο καλλιτέχνης μένει στην αφάνεια, ενώ
γεννιούνται φήμες για δήθεν αυτοκτονία του επί σκηνής. Παρόλα αυτά, μια
πειρατική ηχογράφηση του άλμπουμ φτάνει από την Αμερική στην Νότια Αφρική, όπου
γνωρίζει εκπληκτική επιτυχία, κάνοντας εκεί τον μουσικό αυτόν πιο διάσημο από
τους Rolling Stones και τον Elvis Presley. Δεκαετίες αργότερα, δύο Νοτιοαφρικανοί
θαυμαστές του καλλιτέχνη αποφασίζουν να αναζητήσουν τον ήρωά που έχει αλλάξει
το μουσικό τοπίο της χώρας τους. Ο Ροντρίγκεζ είναι πλέον ένα θρυλικό όνομα όχι
μόνο εκεί, αλλά και παντού στο κόσμο – όπου δηλαδή υπάρχουν φανατικοί
μουσικόφιλοι.
Και η έρευνα
τους οδηγεί στην πιο απίστευτη ιστορία που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί.
Γιατί ο Ροντρίγκεζ δεν είχε αυτοκτονήσει αλλά ζούσε, αθόρυβα, από πόλη σε πόλη,
δουλεύοντας εδώ κι εκεί, δίχως να έχει ιδέα για την αναγνώριση της τέχνης του, 40
χρόνια μετά. Ενθουσιασμένος, θα περιοδεύσει στη Νότια Αφρική όπου θα γίνει
δεκτός με τιμές πρίγκιπα, και θα δώσει συναυλίες σε κατάμεστους χώρους,
κερδίζοντας φυσικά, πολλά χρήματα. Τα οποία θα… χαρίσει στους μουσικούς που θα
τον συνοδεύσουν, αλλά και στους φίλους του που τα χρειάζονται – ο ίδιος θα
κρατήσει μονάχα «τα απαραίτητα για τη διαβίωση» του. Η ιστορία αυτή αποτέλεσε
τη βάση για το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ «Ψάχνοντας τον Sugar Man» που βρήκε
τον δρόμο του και για τις ελληνικές αίθουσες. Τον πετυχαίνω μεσω Skype στον μικρό κήπο του σπιτιού του.
Γύρω του παίρνω και λίγες ματιές από τη γειτονιά. Είναι σα να είμαι εκεί.
Καλησπέρα και ευχαριστώ
προκαταβολικά για το χρόνο σας
Ευχαριστώ
εγώ για τον δικό σας, δε με ενοχλείτε καθόλου, δε σας πειράζει μόνο να δουλέψω
λίγο στο κήπο του σπιτιού μου ενώ μιλάμε.
Σας αποκαλούν «πρίγκιπα» αλλά
εσείς, μόνο σαν πρίγκιπας δε ζείτε…
Είναι
σημαντικό για μένα να ζω με όσο το δυνατόν λιγότερα. Έχω ανάγκη αυτή τη
πειθαρχία, να ξέρω πως «χρησιμοποιώ» αυτά που χρειάζομαι για να επιβιώσω. Δεν
είμαι κατά της τεχνολογικής προόδου, αλλά είμαι ενάντια στις νέες «ανάγκες» που
αποκτήσαμε – που μόνο ανάγκες δεν είναι. Από την άλλη, σ’ αυτή την πρόοδο
οφείλω την «ανακάλυψη» μου. Ώρες – ώρες αισθάνομαι σαν «επισκέπτης» σε μια νέα
εποχή. Αυτά (σ.σ.: δείχνει τα εργαλεία του) με κρατούν στη Γη.
Ποιες ήταν οι μουσικές σας αγάπες
όταν ξεκινούσατε;
Όποιος
κρατούσε κιθάρα ήταν πηγή έμπνευσης. Και με γοητεύουν ακόμα οι φωνές που
κουβαλούν από μόνες τους μια ιστορία. Ο Μπομπ Ντίλαν είναι ένα καλό παράδειγμα.
Ο Τομ Γουέιτς επίσης. Τι μεγάλος καλλιτέχνης!
Ποια ήταν η έμπνευση όμως για τη
μουσική σας;
Το Ντιτρόιτ,
ο τόπος μου. Δε λέω, κυκλοφορούσε συνέχεια φοβερή μουσική. Ανέφερα τον Ντίλαν, ήταν και οι Fleetwood Mac, ο Guthrie... Ήταν τόσος κόσμος. Αλλά όταν ζεις την κατάσταση εδώ, την αστυνομική βία, τη καταπίεση… Σκέφτηκα πως η μουσική folk ήταν ένα όχημα ούτως ώστε να καταφέρω
να μιλήσω για όλα αυτά, να ακουστούν προς τα έξω. Μουσικός είμαι, μόνο τη
μουσική έχω. Το αστείο της υπόθεσης ξέρετε ποιο είναι; Πως σήμερα οι ραδιοφωνικοί
σταθμοί αποκαλύπτουν περισσότερα για το Βιετνάμ απ’ όσα θα μπορούσαμε να
φανταστούμε τότε.
Και εσείς συνεχίζετε να γράφετε
μουσική
Ναι,
ασταμάτητα. Ω, δε μπορώ να σας περιγράψω πόσο όμορφα νιώθω όταν ακούγονται
ζωντανά τα παλιά μου τραγούδια. Ξαναζωντανεύουμε όλες αυτές τις υπέροχες
στιγμές. Αλλά δε μου αρκεί αυτό. Φυσικά και θέλω να ακουστεί και νέο υλικό, με την
προϋπόθεση πως θ’ ακούγεται αληθινό, φρέσκο, επίκαιρο.
Συνεργάζεστε με περίπου δώδεκα
μπάντες ανά τον κόσμο, μετράω καλά;
Ναι, και το
απολαμβάνω. Η μουσική είναι κάτι που συναντάς στους ανθρώπους, είναι ένα μέσο επικοινωνίας
πολύ πιο ουσιαστικό από τη γλώσσα, για μένα – ένα ρεύμα συνείδησης που μας
διαπερνά όλους. Όταν δουλεύεις σ’ ένα στούντιο έχει ενδιαφέρον, φτιάχνεις τα
τραγούδια σου όπως θέλεις, δουλεύεις με σπουδαίους ανθρώπους, και μετά πρέπει
να πας τα κομμάτια σου στην αγορά. Προτιμώ λοιπόν να βγαίνω από το στούντιο.
Ήμουν τυχερός να δω τη μουσική μου να ανθίζει από μόνη της.
Κι όμως, δεν κρατάτε παρά
ελάχιστα από τα κέρδη που, μετά από δεκαετίες, προκύπτουν για σας.
Πιστεύω στο
κάρμα. Πιστεύω πως, τις περισσότερες φορές, το καλό που αφήνεις πίσω σου, θα σε
συναντήσει με κάποιο τρόπο. Τι να κρατήσω για μένα; Τρεις είναι οι ανάγκες μας:
τροφή, ρουχισμός και στέγαση. Τα υπόλοιπα μου μοιάζουν με περιτύλιγμα. Υπάρχουν
σημαντικότερα προβλήματα εκεί έξω. Υπάρχει ανασφάλεια, βία, φόβος, ο πόλεμος
στη Συρία…
Αν μπορούσατε να αλλάξετε ένα
πράγμα μόνο στο κόσμο σήμερα;
Ξέρεις τι θα
έκανα; Θα τοποθετούσα περισσότερες γυναίκες στις κυβερνήσεις! Οι άντρες έχουμε
επανειλημμένα αποδείξει πως δεν τα καταφέρνουμε.
Αναγνωρισμένοι σήμερα καλλιτέχνες
μιλούν για σας με μεγάλο θαυμασμό. Και όλοι κάνουν λόγο για «ένα ταλέντο που
δεν έπρεπε να χαθεί». Και τελικά, δεν χάθηκε. Αρκεί το ταλέντο λοιπόν;
Καλή
ερώτηση. Ό,τι κάνουμε, το κάνουμε για τους εαυτούς μας, το πιστεύω αυτό. Η
μουσική με βοηθά να ζω μέρα με τη μέρα, δεν ξέρω αν αυτό συνιστά ταλέντο, αλλά
δε θα ζούσα δίχως αυτή. Από την άλλη, η μουσική είναι και μια καλλιτεχνική
έκφραση, αλλά και μια μπίζνα. Το πρώτο το κατέχω, δυστυχώς γνώριζα ελάχιστα για
το δεύτερο. Και ακόμα να μάθω κάτι παραπάνω γι αυτό το κομμάτι. Δε θα μπορούσα,
στ’ αλήθεια. Η μουσική για μένα είναι παντού, είναι το ίδιο το σύμπαν. Ξέρεις
τι είναι μουσική; Είναι το τραγούδι της μητέρας σου. Δεν υπάρχει ακριβώς αυτό
που λέτε «ταλέντο». Υπάρχει μόνο η ουσιαστική σύνδεση με αυτό το κομμάτι. Τα
υπόλοιπα αφορούν τη μπίζνα που λέγαμε πριν. Αυτό που μου συμβαίνει σήμερα είναι
μια αβλεψία της τύχης. Ή ένα αόρατο χέρι. Δε ξέρω τι το προκάλεσε. Αλλά είμαι
ευγνώμων.