Ο Σάσα Μπάρον Κοέν είναι ένας από τους πιο αυθεντικά χαρισματικούς κωμικούς της γενιάς του. Και, αν κρίνω από τις εισπράξεις και τις αμοιβές που έχει τσεπώσει τα τελευταία χρόνια, ένας από τους πιο ξύπνιους. Γιατί, από τη μια, δυναμιτίζει επιτυχώς όλα τα χονδροειδή κλισέ της αμερικάνικης φάρσας επεκτείνοντας θεαματικά τη δυναμική τους, και από την άλλη προσδίδει σε όλα όσα κάνει ένα ιδεολογικό υπόβαθρο που μέχρι τώρα παρέμενε μόλις δυο πόντους κάτω από την επιφάνεια. Κάτι που παύει πλέον να ισχύει με τον «Δικτάτορα» του.
Γιατί μπορεί ο αντισημίτης Borat να "αποκαλύπτει τον αντισημιτισμό και εν γένει το ρατσισμό των άλλων μέσω της υπερβολής του" (η δήλωση είναι του ίδιου του Κόεν) και μπορεί ο gay αυστριακός Bruno (στον οποίο ο ηθοποιός αποκαλούσε… "Φύρερ" τον Μελ Γκίμπσον) να έκανε το ίδιο για την ομοφοβία αλλά τώρα, με το στήσιμο μιας σατιρικής κωμωδίας για έναν σατανικό δικτάτορα της Μέσης Ανατολής δεν μπορούμε πια να μιλάμε για σημειολογικές σημάνσεις. Βεβαίως πρόκειται για σάτιρα και σάτιρα χωρίς σχηματικές καρικατούρες δεν μπορεί να λειτουργήσει – και το εναρκτήριο εικοσάλεπτο της ταινίας είναι τουλάχιστον ξεκαρδιστικό. Δεν σας το κρύβω, γέλασα πολύ με το πρώτο μέρος του Δικτάτορα – γιατί μετά βλέπετε ο ηθοποιός αναγκάζεται να νερώσει το κρασί (και τη σάτιρα) του, καθώς ο Δικτάτορας, διωκόμενος και απελπισμένος, ανακαλύπτει τα καλά της δημοκρατίας όταν ερωτεύεται ακτιβίστρια με κοντό μαλλί (την οποία αποκαλεί διαρκώς «αγοράκι»).
Εξ αγχιστείας, ο Κοέν τα βάζει και με τον Αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, βάζοντας στο στόμα των ηθοποιών του ορισμένες πραγματικά εξωφρενικές ατάκες («αν ζεις έξω από τις ΗΠΑ, πρακτικά είσαι άραβας») ενώ στο φινάλε βγάζει και έναν λόγο για τα κακά του Καπιταλισμού και τα καλά της Δημοκρατίας, λόγο που ο ηθοποιός προσπαθεί να «ανατρέψει» με διαρκή λεκτικά καλαμπούρια. Το αποτέλεσμα όμως, στο φινάλε δεν είναι ούτε τόσο πολιτικά ανορθόδοξο (όπως ευαγγελίζεται), ούτε τόσο ανατρεπτικό – και αυτό γιατί το χιούμορ του παραμένει στρατευμένο. Και αυτό δεν γίνεται να το αγνοήσεις.
Βλέπετε, ο ίδιος ο Κοέν διατείνεται πως μονάχα με σοβαρά θέματα μπορεί κανείς να στήσει μια σάτιρα – και έχει απόλυτο δίκιο. Κι εγώ βλέποντας την ταινία σκεφτόμουν πόσο αστεία και ριζοσπαστική θα ήταν μια ανάλογη σάτιρα της εξωτερικής πολιτικής του Ισραήλ. Ξέρετε, τα κατεχόμενα, οι φρικαλεότητες επί αμάχων και ακτιβιστών απ’ όλο τον κόσμο… υλικό για κωμωδία – δυναμίτη. Ακόμη πιο αστεία θα μπορούσε να ήταν η ολοκληρωτική ανυπαρξία του ΟΗΕ στο ζήτημα της Συρίας για παράδειγμα (στη ταινία ο ΟΗΕ παρουσιάζεται ως ένας οργανισμός με δύναμη και κύρος…) μιας και όλα αυτά είναι θέματα ιδιαιτέρως σοβαρά. Τι λέτε κύριε Κοέν; Όχι και τόσο, ε;